Παρασκευή 31 Μαρτίου 2017

Δαυΐδ, Ψαλμὸς 090 — Αἶνος ᾠδῆς τῷ Δαυΐδ

  1. Ο ΚΑΤΟΙΚΩΝ ἐν βοηθείᾳ τοῦ ῾Υψίστου, ἐν σκέπῃ τοῦ Θεοῦ τοῦ οὐρανοῦ αὐλισθήσεται. 
  2. ἐρεῖ τῷ Κυρίῳ· ἀντιλήπτωρ μου εἶ καὶ καταφυγή μου, ὁ Θεός μου, καὶ ἐλπιῶ ἐπ᾿ αὐτόν,
  3. ὅτι αὐτὸς ρύσεταί σε ἐκ παγίδος θηρευτῶν καὶ ἀπὸ λόγου ταραχώδους.
  4. ἐν τοῖς μεταφρένοις αὐτοῦ ἐπισκιάσει σοι, καὶ ὑπὸ τὰς πτέρυγας αὐτοῦ ἐλπιεῖς· ὅπλῳ κυκλώσει σε ἡ ἀλήθεια αὐτοῦ.
  5. οὐ φοβηθήσῃ ἀπὸ φόβου νυκτερινοῦ, ἀπὸ βέλους πετομένου ἡμέρας,
  6. ἀπὸ πράγματος ἐν σκότει διαπορευομένου, ἀπὸ συμπτώματος καὶ δαιμονίου μεσημβρινοῦ.
  7. πεσεῖται ἐκ τοῦ κλίτους σου χιλιὰς καὶ μυριὰς ἐκ δεξιῶν σου, πρὸς σὲ δὲ οὐκ ἐγγιεῖ·
  8. πλὴν τοῖς ὀφθαλμοῖς σου κατανοήσεις καὶ ἀνταπόδοσιν ἁμαρτωλῶν ὄψει.
  9. ὅτι σύ, Κύριε, ἡ ἐλπίς μου· τὸν ῞Υψιστον ἔθου καταφυγήν σου.
  10. οὐ προσελεύσεται πρὸς σὲ κακά, καὶ μάστιξ οὐκ ἐγγιεῖ ἐν τῷ σκηνώματί σου.
  11. ὅτι τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ ἐντελεῖται περὶ σοῦ τοῦ διαφυλάξαι σε ἐν πάσαις ταῖς ὁδοῖς σου·
  12. ἐπὶ χειρῶν ἀροῦσί σε, μήποτε προσκόψῃς πρὸς λίθον τὸν πόδα σου·
  13. ἐπὶ ἀσπίδα καὶ βασιλίσκον ἐπιβήσῃ καὶ καταπατήσεις λέοντα καὶ δράκοντα.
  14. ὅτι ἐπ᾿ ἐμὲ ἤλπισε, καὶ ρύσομαι αὐτόν· σκεπάσω αὐτόν, ὅτι ἔγνω τὸ ὄνομά μου.
  15. κεκράξεται πρός με, καὶ ἐπακούσομαι αὐτοῦ, μετ᾿ αὐτοῦ εἰμι ἐν θλίψει· ἐξελοῦμαι αὐτόν, καὶ δοξάσω αὐτόν.
  16. μακρότητα ἡμερῶν ἐμπλήσω αὐτὸν καὶ δείξω αὐτῷ τὸ σωτήριόν μου.
 (Μασοριτικό 91)
Απόδοση
  1. Εκείνος που βρίσκεται, και παραμένει κάτω από την ακατανίκητη βοήθεια του Υψίστου, αυτός θα αναπαύεται από την σκέπην του Θεού του ουρανού.
  2. Θα πει και θα λέγει προς τον Κύριο· Συ είσαι ο βοηθός μου, το καταφύγιό μου σε όλη μου τη ζωήν, μάλιστα δε σε περιπέτειες και κινδύνους. Αυτός είναι ο Θεός μου, στον οποίον εγώ στηρίζω και θα στηρίζω τις ελπίδες μου.
  3. Σ' αυτόν και συ να ελπίζεις, αφού αυτός θα σε γλυτώσει από τις δόλιες παγίδες των πονηρών εχθρών σου, που, σαν πανούργοι θηρευτές, ζητούν να, την ψυχήν σου συλλάβουν. Αυτός θα σε προφυλάξει από λόγια δηλητηριώδη, που την ψυχή αναστατώνουν και πικραίνουν . 
  4. Αυτός, μπροστά σου θα στέκεται, θα σε υπερασπίζει από τους εχθρούς σου, για να είσαι ασφαλής πίσω του. Κάτω από την προστασία των πτερύγων του θα ελπίζεις σε βοήθεια αποτελεσματική. Σαν ασπίδα θα σε περιβάλλει ολόκληρο η φιλαλήθειά του και η προστασία, που έχει υποσχεθεί.
  5. Δεν θα φοβηθείς από κίνδυνο νυκτερινό, ούτε από βέλος που ρίχνεται εναντίον σου την ημέρα.
  6. Δεν θα φοβηθείς από φόβητρο, που επέρχεται κατά την νύκτα, ούτε από κανένα δυσάρεστο γεγονός της ημέρας, η από δαιμόνιο πονηρό, που ενεργεί στη μέση της ημέρας.
  7. Χίλιοι θα πέσουν νεκροί στ' αριστερά σου και χιλιάδες χιλιάδων από στα δεξιά σου. Θα χάνονται πολυάριθμοι άνθρωποι γύρω σου. Αλλ' ούτε καν και θα σε αγγίξει το κακό.
  8. Επειδή είσαι δίκαιος, θα έχεις ανοιχτά τα μάτια σου, για να βλέπεις πως εξολοθρεύονται οι αμαρτωλοί και να δοξάζεις έτσι τον δίκαιο Θεό. Γεμάτος ευλάβεια θα αναφωνείς·
  9. συ, Κύριε, είσαι η ελπίδα μου· και θα έχεις ως απάντηση. Τον Κύριον έθεσες πράγματι ως καταφύγιό σου·
  10. και δεν θα σε πλησιάσουν συμφορές, και μάστιγες δοκιμασιών δεν θα φθάσουν στην κατοικία σου.
  11. Διότι ο Κύριος θα δώσει εντολή στους αγγέλους του δια να σε προφυλάξουν σε όλους τους δρόμους της ζωής σου.
  12. Θα σε αναλάβουν οι άγγελοι στα χέρια τους και θα σε καθοδηγούν, ώστε ούτε το ένα σου πόδι να μη σκοντάψει σε καμιά πέτρα.
  13. Θα πατήσεις άφοβα πάνω σε φίδια δηλητηριώδη, όπως είναι η ασπίδα και ο βασιλίσκος, και θα καταπατήσεις λέοντα και δράκοντα, χωρίς κανένα από τα θηρία αυτά να σε βλάψει.
  14. Ο ίδιος ο Θεός διακηρύσσει και λέγει· Επειδή ο δούλος μου στήριξε σε μένα τις ελπίδες του, εγώ θα τον γλυτώσω από κάθε κίνδυνο. Θα τον σκεπάσω με την προστασία μου, αφού αυτός γνώρισε και δόξασε το όνομά μου.
  15. Θα κράξει με την προσευχή του προς εμένα και εγώ θα κάμω δεκτή την προσευχή του. Θα βρεθώ στο πλευρό του στις θλίψεις της ζωής του. Θα τον βγάλω από τις δοκιμασίες και περιπέτειες και θα τον δοξάσω ακόμη περισσότερον.
  16. Θα χαρίσω εις αυτόν μακρότητα ημερών και θα του φανερώνω σε όλη τη μακρά ζωή του την σωτηρίαν μου.

Τρίτη 28 Μαρτίου 2017

Δαυΐδ, Ψαλμὸς 087 — (πζ'). «Κύριε ὁ Θεὸς τῆς σωτηρίας μου, ἡμέρας ἐκέκραξα καὶ ἐν νυκτὶ ἐναντίον σου»

ᾨδὴ ψαλμοῦ τοῖς υἱοῖς Κορέ· εἰς τὸ τέλος, ὑπὲρ μαελὲθ τοῦ ἀποκριθῆναι· συνέσεως Αἰμὰν τῷ Ἰσραηλίτῃ.

  1. Κύριε ὁ Θεὸς τῆς σωτηρίας μου, ἡμέρας ἐκέκραξα καὶ ἐν νυκτὶ ἐναντίον σου· 
  2. εἰσελθέτω ἐνώπιόν σου ἡ προσευχή μου, κλῖνον τὸ οὖς σου εἰς τὴν δέησίν μου. 
  3. ὅτι ἐπλήσθη κακῶν ἡ ψυχή μου, καὶ ἡ ζωή μου τῷ ᾅδῃ ἤγγισε· 
  4. προσελογίσθην μετὰ τῶν καταβαινόντων εἰς λάκκον, ἐγενήθην ὡσεὶ ἄνθρωπος ἀβοήθητος ἐν νεκροῖς ἐλεύθερος, 
  5. ὡσεὶ τραυματίαι καθεύδοντες ἐν τάφῳ, ὧν οὐκ ἐμνήσθης ἔτι καὶ αὐτοὶ ἐκ τῆς χειρός σου ἀπώσθησαν. 
  6. ἔθεντό με ἐν λάκκῳ κατωτάτῳ, ἐν σκοτεινοῖς καὶ ἐν σκιᾷ θανάτου. 
  7. ἐπ᾿ ἐμὲ ἐπεστηρίχθη ὁ θυμός σου, καὶ πάντας τοὺς μετεωρισμούς σου ἐπήγαγες ἐπ᾿ ἐμέ. (διάψαλμα). 
  8. ἐμάκρυνας τοὺς γνωστούς μου ἀπ᾿ ἐμοῦ, ἔθεντό με βδέλυγμα ἑαυτοῖς, παρεδόθην καὶ οὐκ ἐξεπορευόμην. 
  9. οἱ ὀφθαλμοί μου ἠσθένησαν ἀπὸ πτωχείας· ἐκέκραξα πρὸς σέ, Κύριε, ὅλην τὴν ἡμέραν, διεπέτασα πρὸς σὲ τὰς χεῖράς μου· 
  10. μὴ τοῖς νεκροῖς ποιήσεις θαυμάσια; ἢ ἰατροὶ ἀναστήσουσι, καὶ ἐξομολογήσονταί σοι; 
  11. μὴ διηγήσεταί τις ἐν τῷ τάφῳ τὸ ἔλεός σου καὶ τὴν ἀλήθειάν σου ἐν τῇ ἀπωλείᾳ; 
  12. μὴ γνωσθήσεται ἐν τῷ σκότει τὰ θαυμάσιά σου καὶ ἡ δικαιοσύνη σου ἐν γῇ ἐπιλελησμένῃ; 
  13. κἀγὼ πρὸς σέ, Κύριε, ἐκέκραξα, καὶ τὸ πρωΐ ἡ προσευχή μου προφθάσει σε. 
  14. ἱνατί, Κύριε, ἀπωθῇ τὴν ψυχήν μου, ἀποστρέφεις τὸ πρόσωπόν σου ἀπ᾿ ἐμοῦ; 
  15. πτωχός εἰμι ἐγὼ καὶ ἐν κόποις ἐκ νεότητός μου, ὑψωθεὶς δὲ ἐταπεινώθην καὶ ἐξηπορήθην. 
  16. ἐπ᾿ ἐμὲ διῆλθον αἱ ὀργαί σου, οἱ φοβερισμοί σου ἐξετάραξάν με, 
  17. ἐκύκλωσάν με ὡσεὶ ὕδωρ ὅλην τὴν ἡμέραν, περιέσχον με ἅμα. 
  18. ἐμάκρυνας ἀπ᾿ ἐμοῦ φίλον καὶ πλησίον καὶ τοὺς γνωστούς μου ἀπὸ ταλαιπωρίας.

Σε απόδοση από τον Φώτη Κόντογλου.

Κύριε, Θεέ της σωτηρίας μου , σε κράζω μέρα και νύχτα.
Ας έρτει ως εσένα η προσευχή μου, γύρε το αυτί σου στο παράπονό μου.
Γιατί γιόμισε πόνο η ψυχή μου, και η ζωή μου άγγιξε τον Άδη.
Λογαριάστηκα με εκείνους που κατεβαίνουν στο λάκκο, απόμεινα σαν άνθρωπος απροστάτευτος, ξεχασμένος μέσα στους νεκρούς.
Σαν τους πληγιασμένους που κοιμούνται μέσα στους τάφους και δεν τους θυμάσαι πια, που τους ξέγραψες απ’ την έννοιά σου.
Με βάλανε μέσα σε βαθύτατο λάκκο, μέσα στο σκοτάδι και τη σκιά του θανάτου.
Απάνω μου ξεθύμανε ο θυμός σου, και όλη την οργή σου απάνω μου την άδειασες.
Ξεμάκρυνες από κοντά μου τους δικούς μου, κατάντησα γι’ αυτουνούς σίχαμα.
Παραδόθηκα και δεν έφυγα, τα μάτια μου θολώσανε απ’ τη φτώχεια.
Φώναξα προς εσένα, Κύριε όλη μέρα, άπλωσα προς εσένα τα χέρια μου.
Μήπως θα κάνεις θάματα στους πεθαμένους; ή οι νεκροί θα αναστηθούνε και θα σε δοξολογήσουν;
Μην τάχα θα διαλαλήσει κανένας μέσα στον τάφο τη σπλαχνιά σου, και την αλήθεια σου μέσα στο χαμό;
Μήπως θα μαθευτούνε τα θάματά σου μέσα στο σκοτάδι; Και η δικαιοσύνη σου σε γη ξεχασμένη;
Κ’ εγώ, Κύριε, φώναξα εσένα να με συντρέξεις, και το πρωί θα σε προφτάξει η προσευχή μου.
Γιατί, Κύριε, αμπώχνεις την ψυχή μου, γιατί γυρίζεις το πρόσωπό σου από μένα;
Εγώ είμαι φτωχός και μέσα στα βάσανα απ’ τα νιάτα μου, κι αφού αναδείχτηκα, πάλι ταπεινώθηκα κ’ έγινα ένα τίποτα.
Από πάνω μου περάσανε οι θυμοί σου, οι φοβέρες σου με ταράξανε, με τριγυρίσανε σα να ‘τανε νερό όλη τη μέρα, και πήγανε να με πνίξουν.
Ξεμάκρυνες από κοντά μου κάθε φίλο και κάθε δικό μου.

Περιοδικό ΕΝΔΟΝ

Τετάρτη 22 Μαρτίου 2017

Δαυΐδ, Ψαλμὸς 081 — Ἀνάστα Θεός, κρῖνον τὴν γήν...

Ὁ Θεὸς ἔστη ἐν συναγωγῇ Θεῶν, ἐν μέσῳ δὲ θεοὺς διακρινεῖ.
Ἀνάστα, ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γῆν, ὅτι σὺ κατακληρονομήσεις ἐν πᾶσι τοῖς ἔθνεσι.

Ἕως πότε κρίνετε ἀδικίαν, καὶ πρόσωπα ἁμαρτωλῶν λαμβάνετε;
Ἀνάστα, ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γήν, ὅτι σὺ κατακληρονομήσεις ἐν πᾶσι τοῖς ἔθνεσι.
youtube

Κρίνατε ὀρφανῷ καὶ πτωχῷ, ταπεινὸν καὶ πένητα δικαιώσατε.
Ἀνάστα, ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γῆν, ὅτι σὺ κατακληρονομήσεις ἐν πᾶσι τοῖς ἔθνεσι.

Ἐξέλεσθε πένητα καὶ πτωχόν, ἐκ χειρὸς ἁμαρτωλοῦ ῥύσασθε αὐτόν.
Ἀνάστα, ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γῆν, ὅτι σὺ κατακληρονομήσεις ἐν πᾶσι τοῖς ἔθνεσι.

Οὐκ ἔγνωσαν, οὐδὲ συνῆκαν, ἐν σκότει διαπορεύονται, σαλευθήτωσαν πάντα τὰ θεμέλια τῆς γῆς.
Ἀνάστα, ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γῆν, ὅτι σὺ κατακληρονομήσεις ἐν πᾶσι τοῖς ἔθνεσι.

Ἐγὼ εἶπα· Θεοί ἐστε, καὶ υἱοὶ Ὑψίστου πάντες· ὑμεῖς δὲ ὡς ἄνθρωποι ἀποθνῄσκετε, καὶ ὡς εἷς τῶν ἀρχόντων πίπτετε.
Ἀνάστα, ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γῆν, ὅτι σὺ κατακληρονομήσεις ἐν πᾶσι τοῖς ἔθνεσι.

Δευτέρα 13 Μαρτίου 2017

Δαυίδ, Ψαλμὸς 072 — (οβ΄). «... καγώ διαπαντός μετά σου. ...»

Ψαλμὸς τῷ ᾿Ασάφ.

  1.  ΩΣ ΑΓΑΘΟΣ ὁ Θεὸς τῷ ᾿Ισραήλ, τοῖς εὐθέσι τῇ καρδίᾳ. 
  2. 2 ἐμοῦ δὲ παραμικρὸν ἐσαλεύθησαν οἱ πόδες, παρ᾿ ὀλίγον ἐξεχύθη τὰ διαβήματά μου. 
  3. ὅτι ἐζήλωσα ἐπὶ τοῖς ἀνόμοις εἰρήνην ἁμαρτωλῶν θεωρῶν, 
  4. ὅτι οὐκ ἔστιν ἀνάνευσις ἐν τῷ θανάτῳ αὐτῶν καὶ στερέωμα ἐν τῇ μάστιγι αὐτῶν· 
  5. ἐν κόποις ἀνθρώπων οὐκ εἰσὶ καὶ μετὰ ἀνθρώπων οὐ μαστιγωθήσονται. 
  6. διὰ τοῦτο ἐκράτησεν αὐτοὺς ἡ ὑπερηφανία, περιεβάλοντο ἀδικίαν καὶ ἀσέβειαν ἑαυτῶν. 
  7. ἐξελεύσεται ὡς ἐκ στέατος ἡ ἀδικία αὐτῶν, διῆλθον εἰς διάθεσιν καρδίας· 
  8. διενοήθησαν καὶ ἐλάλησαν ἐν πονηρίᾳ, ἀδικίαν εἰς τὸ ὕψος ἐλάλησαν· 
  9. ἔθεντο εἰς οὐρανὸν τὸ στόμα αὐτῶν, καὶ ἡ γλῶσσα αὐτῶν διῆλθεν ἐπὶ τῆς γῆς. 
  10. διὰ τοῦτο ἐπιστρέψει ὁ λαός μου ἐνταῦθα, καὶ ἡμέραι πλήρεις εὑρεθήσονται ἐν αὐτοῖς. 
  11. καὶ εἶπαν· πῶς ἔγνω ὁ Θεός; καὶ εἰ ἔστι γνῶσις ἐν τῷ ῾Υψίστῳ; 
  12. ἰδοὺ οὗτοι οἱ ἁμαρτωλοὶ καὶ εὐθηνοῦντες· εἰς τὸν αἰῶνα κατέσχον πλούτου. 
  13. καὶ εἶπα· ἄρα ματαίως ἐδικαίωσα τὴν καρδίαν μου καὶ ἐνιψάμην ἐν ἀθῴοις τὰς χεῖράς μου· 
  14. καὶ ἐγενόμην μεμαστιγωμένος ὅλην τὴν ἡμέραν, καὶ ὁ ἔλεγχός μου εἰς τὰς πρωΐας. 
  15. εἰ ἔλεγον· διηγήσομαι οὕτως, ἰδοὺ τῇ γενεᾷ τῶν υἱῶν σου ἠσυνθέτηκα. 
  16. καὶ ὑπέλαβον τοῦ γνῶναι τοῦτο· κόπος ἐστὶν ἐνώπιόν μου, 
  17. ἕως εἰσέλθω εἰς τὸ ἁγιαστήριον τοῦ Θεοῦ καὶ συνῶ εἰς τὰ ἔσχατα αὐτῶν. 
  18. πλὴν διὰ τὰς δολιότητας αὐτῶν ἔθου αὐτοῖς κακά, κατέβαλες αὐτοὺς ἐν τῷ ἐπαρθῆναι. 
  19. πῶς ἐγένοντο εἰς ἐρήμωσιν ἐξάπινα· ἐξέλιπον, ἀπώλοντο διὰ τὴν ἀνομίαν αὐτῶν. 
  20. ὡσεὶ ἐνύπνιον ἐξεγειρομένου, Κύριε, ἐν τῇ πόλει σου τὴν εἰκόνα αὐτῶν ἐξουδενώσεις. 
  21. ὅτι ἐξεκαύθη ἡ καρδία μου, καὶ οἱ νεφροί μου ἠλλοιώθησαν, 
  22. κἀγὼ ἐξουδενωμένος καὶ οὐκ ἔγνων, κτηνώδης ἐγενόμην παρά σοι. 
  23. κἀγὼ διαπαντὸς μετὰ σοῦ, ἐκράτησας τῆς χειρὸς τῆς δεξιᾶς μου 
  24. καὶ ἐν τῇ βουλῇ σου ὡδήγησάς με καὶ μετὰ δόξης προσελάβου με. 
  25. τί γάρ μοι ὑπάρχει ἐν τῷ οὐρανῷ, καὶ παρὰ σοῦ τί ἠθέλησα ἐπὶ τῆς γῆς; 
  26. ἐξέλιπεν ἡ καρδία μου καὶ ἡ σάρξ μου, ὁ Θεὸς τῆς καρδίας μου καὶ ἡ μερίς μου ὁ Θεὸς εἰς τὸν αἰῶνα. 
  27. ὅτι ἰδοὺ οἱ μακρύνοντες ἑαυτοὺς ἀπὸ σοῦ ἀπολοῦνται, ἐξωλόθρευσας πάντα τὸν πορνεύοντα ἀπὸ σοῦ. 
  28. ἐμοὶ δὲ τὸ προσκολλᾶσθαι τῷ Θεῷ ἀγαθόν ἐστι, τίθεσθαι ἐν τῷ Κυρίῳ τὴν ἐλπίδα μου τοῦ ἐξαγγεῖλαί με πάσας τὰς αἰνέσεις σου ἐν ταῖς πύλαις τῆς θυγατρὸς Σιών.

Κατά τη Μετάφραση Ο'


Παρασκευή 3 Μαρτίου 2017

Δαυίδ, Ψαλμὸς 062 — (ξβ'). «ἐν τοι̃ς ὄρθροις ἐμελέτων εἰς σέ ὅτι ἐγενήθης βοηθός μου»

1. ψαλμὸς τω̨̃ Δαυιδ ἐν τω̨̃ εἰ̃ναι αὐτὸν ἐν τη̨̃ ἐρήμω̨ τη̃ς Ιουδαίας 
2. ὁ θεὸς ὁ θεός μου πρὸς σὲ ὀρθρίζω ἐδίψησέν σοι ἡ ψυχή μου 
ποσαπλω̃ς σοι ἡ σάρξ μου ἐν γη̨̃ ἐρήμω̨ καὶ ἀβάτω̨ καὶ ἀνύδρω̨ 

3. οὕτως ἐν τω̨̃ ἁγίω̨ ὤφθην σοι του̃ ἰδει̃ν τὴν δύναμίν σου καὶ τὴν δόξαν σου

4. ὅτι κρει̃σσον τὸ ἔλεός σου ὑπὲρ ζωάς τὰ χείλη μου ἐπαινέσουσίν σε

5. οὕτως εὐλογήσω σε ἐν τη̨̃ ζωη̨̃ μου ἐν τω̨̃ ὀνόματί σου ἀρω̃ τὰς χει̃ράς μου

6. ὡσεὶ στέατος καὶ πιότητος ἐμπλησθείη ἡ ψυχή μου καὶ χείλη ἀγαλλιάσεως αἰνέσει τὸ στόμα μου

7. εἰ ἐμνημόνευόν σου ἐπὶ τη̃ς στρωμνη̃ς μου ἐν τοι̃ς ὄρθροις ἐμελέτων εἰς σέ 

8. ὅτι ἐγενήθης βοηθός μου καὶ ἐν τη̨̃ σκέπη̨ τω̃ν πτερύγων σου ἀγαλλιάσομαι 

9.ἐκολλήθη ἡ ψυχή μου ὀπίσω σου ἐμου̃ ἀντελάβετο ἡ δεξιά σου
10. αὐτοὶ δὲ εἰς μάτην ἐζήτησαν τὴν ψυχήν μου εἰσελεύσονται εἰς τὰ κατώτατα τη̃ς γη̃ς

11. παραδοθήσονται εἰς χει̃ρας ῥομφαίας μερίδες ἀλωπέκων ἔσονται 

12. ὁ δὲ βασιλεὺς εὐφρανθήσεται ἐπὶ τω̨̃ θεω̨̃ ἐπαινεσθήσεται πα̃ς ὁ ὀμνύων ἐν αὐτω̨̃ ὅτι ἐνεφράγη στόμα λαλούντων ἄδικα
==========================
Και πάλιν. 

Εν τοις όρθροις εμελέτων εις σε, ότι εγενήθης βοηθός μου, και εν τη σκέπη των πτερύγων σου αγαλλιάσομαι. Εκολλήθη η ψυχή μου οπίσω σου, εμού δε αντελάβετο η δεξιά σου.

Δόξα, και νυν.
Αλληλούια, αλληλούια, αλληλούια, δόξα σοι, ο Θεός.
Κύριε ελέησον.
Δόξα, και νυν.